Αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης κακοηθειών έχουν τα άτομα που υποφέρουν από μια χρόνια δερματική νόσο, την ψωρίαση. Ενδεχομένως, το αίτιο να κρύβεται στη φλεγμονή, η οποία παίζει ρόλο τόσο στην εμφάνισης της ψωρίασης, όσο και του καρκίνου. Οι μελέτες εστιάζουν μεταξύ άλλων σε συγκεκριμένους παράγοντες του τρόπου ζωής, προκειμένου να γνωρίσουμε καλύτερα πώς σχετίζονται οι δύο ασθένειες. Οι επιστήμονες διατείνονται ότι η διακοπή του καπνίσματος, ο περιορισμός του αλκοόλ και η διατήρηση ενός φυσιολογικού βάρους, μπορεί να μειώσει τις πιθανότητες αυτής της αρνητικής εξέλιξης.
«Η ψωρίαση είναι μια φλεγμονώδης διαταραχή που επηρεάζει μεγάλο ποσοστό του πληθυσμού. Η εμφάνιση των κόκκινων ή ασημί παχιών κηλίδων στο σώμα (συνηθέστερα στο τριχωτό της κεφαλής, τα γόνατα, τους αγκώνες και την πλάτη), που είναι χαρακτηριστικό της πάθησης, οφείλεται στον ταχύτερο πολλαπλασιασμό των δερματικών κυττάρων από το φυσιολογικό (έως 10 φορές). Στην πλειονότητα των περιπτώσεων η έκταση που καλύπτουν είναι μικρή, χωρίς να αποκλείεται και η εκτεταμένη κάλυψη του δέρματος.
Παρότι είναι άγνωστη η αιτία της ανάπτυξής της, είναι πιθανό να οφείλεται σε γενετικούς παράγοντες. Γνωρίζουμε δε ότι είναι μεγάλη και η συμβολή του ανοσοποιητικού συστήματος. Αφορμή για την εκδήλωση των συμπτωμάτων μπορεί να γίνει μια στρεπτοκοκκική λοίμωξη, η λήψη κάποιων φαρμάκων, ένας δερματικός τραυματισμός. Επίσης, έντονη εκδήλωση των συμπτωμάτων μπορεί να προκληθεί από ψυχολογικούς παράγοντες, όπως για παράδειγμα το συναισθηματικό στρες, αφού η νόσος χαρακτηρίζεται από περιόδους ύφεσης και έξαρσης. Πρόκειται για μια μη μεταδοτική νόσο που ξεκινά συνήθως σε νεαρή ηλικία (άτομα 15-25 ετών), αλλά μπορεί να εμφανιστεί σε κάθε ηλικία. Τόσο οι άνδρες όσο και οι γυναίκες και τα παιδιά, κάθε φυλής και χρώματος, μπορούν να την εκδηλώσουν», μας εξηγεί ο δερματολόγος-αφροδισιολόγος δρ Χρήστος Στάμου. Έχει διαπιστωθεί ότι αρκετοί ασθενείς πάσχουν επίσης από μεταβολικό σύνδρομο, κάνουν χρήση προϊόντων καπνού και αλκοόλ. Και οι τρεις παράγοντες είναι γνωστό ότι αυξάνουν τις πιθανότητες καρκίνου.
Η ζωή με ψωρίαση αποτελεί πρόκληση για τους ασθενείς, οι οποίοι είναι πιθανό να υποφέρουν και από άλλες οργανικές παθήσεις, όπως η ψωριασική αρθρίτιδα. Όμως, η νόσος μπορεί να επηρεάζει και άλλες πτυχές της ζωής, πέρα από τη σωματική. Είναι πολύ πιθανό να επιδράσει αρνητικά στη συναισθηματική υγεία και να γίνει αιτία έντονου στρες. Παρά την καλά τεκμηριωμένη σχέση της με αρκετές σωματικές και ψυχολογικές νόσους, ακόμα ερευνάται ο συσχετισμός της με τον καρκίνο.
Μια ανάλυση 112 μελετών που πραγματοποίησαν ερευνητές από το Τμήμα Δερματολογίας και Αλλεργίας του Νοσοκομείου Herlev και Gentofte (Πανεπιστήμιο της Κοπεγχάγης) έδειξε ότι οι ασθενείς διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του πνεύμονα και της ουροδόχου κύστης, όπως επίσης λεμφώματος και καρκίνου κερατινοκυττάρων. Ο συνολικός επιπολασμός του καρκίνου ήταν 4,78%.
Μια άλλη ανασκόπηση και μετανάλυση 58 μελετών που είδε το φως της δημοσιότητας μερικούς μήνες πριν από την παραπάνω ανάλυση κατέληξε και αυτή στο συμπέρασμα ότι οι ασθενείς κινδυνεύουν να εμφανίσουν καρκίνο (κόλον, νεφρά, λάρυγγα, ήπαρ, οισοφάγο, στόμα, πάγκρεας, καθώς και λέμφωμα) περισσότερο από εκείνους που δεν έχουν ψωρίαση. Και στις δύο μελέτες, που δημοσιεύθηκαν στο JAMA Dermatology, δύο βρέθηκε μειωμένος κίνδυνος καρκίνου για τα άτομα που δεν κάπνιζαν, δεν έπιναν αλκοόλ και δεν ήταν παχύσαρκα.
«Η καλυτέρευση των συμπτωμάτων της ψωρίασης μπορεί να επιτευχθεί με τη διακοπή ορισμένων παραγόντων που ευθύνονται για την έξαρσή τους. Συχνά όμως αυτό δεν αρκεί. Οι διαθέσιμοι τρόποι αντιμετώπισής τους αποσκοπούν αφενός μεν στην αφαίρεση της μεγάλης συγκέντρωσης φολίδων και τη λείανση της επιδερμίδας αφετέρου δε στην επιβράδυνση της ανάπτυξης των κυττάρων του δέρματος. Τα αποτελέσματα αυτά επιτυγχάνονται με την εφαρμογή τοπικών αλοιφών, με φωτοθεραπείες και συστηματικές θεραπείες. Οι πρώτες συστήνονται σε περιπτώσεις που η πάθηση είναι ήπια ή μέτρια. Με τον συνδυασμό και των τριών θεραπειών αντιμετωπίζονται τα σοβαρά περιστατικά, τα οποία σπανίζουν.
Η έκθεση του δέρματος στην υπεριώδη ακτινοβολία σε τακτική βάση και υπό την επίβλεψη γιατρού έχει αποδειχθεί ότι είναι ιδιαίτερα αποτελεσματική για την ύφεση των συμπτωμάτων. Τα είδη της είναι η έκθεση σε υπεριώδη ακτινοβολία UVB ή έκθεση σε ακτινοβολία UVΑ σε συνδυασμό με ψωραλένια (φωτοευαισθητοποιητικά φάρμακα).
Η θεραπεία με excimer laser συστήνεται για τη χρόνια και εντοπισμένη ψωρίαση. Η διαδικασία είναι απλή, με τη δέσμη UVB να διαπερνά ανώδυνα την επιδερμίδα και να επιβραδύνει την ανάπτυξη των προσβεβλημένων κυττάρων του δέρματος. Για όσους ασθενείς έχουν εκτεταμένες δερματικές βλάβες (>20% του σώματος) η φωτοθεραπεία συνδυάζεται με από του στόματος φαρμακευτικές θεραπείες. Χρησιμοποιούνται επίσης βιολογικοί παράγοντες οι οποίοι εμποδίζουν τη δράση των Τ-λεμφοκυττάρων, που είναι υπεύθυνα για την φλεγμονή της ψωρίασης. Μάλιστα, από τα ευρήματα της έρευνας που διεξήχθη από το Πανεπιστήμιο της Κοπεγχάγης φάνηκε ότι δεν υπάρχει κανένας λόγος ανησυχίας σχετικά με την επικινδυνότητά τους να προκαλέσουν καρκίνο στους πάσχοντες από ψωρίαση.
Οι ασθενείς πρέπει να γνωρίζουν ότι η ψωρίαση δεν θεραπεύεται, αλλά τα συμπτώματα που προκαλεί μπορούν να υποχωρήσουν με την κατάλληλη θεραπεία, αρκεί να ακολουθούν τις συστάσεις των ειδικών για την υιοθέτηση υγιεινών συνηθειών που προστατεύουν από την έξαρση των συμπτωμάτων», καταλήγει ο δρ Χρήστος Στάμου.