Πενικιλίνη: Πώς θα διαπιστώσετε εάν είστε πράγματι αλλεργικός

Η πενικιλίνη είναι το πιο ευρέως συνταγογραφούμενο αντιβιοτικό από κάθε άλλο παγκοσμίως, αλλά και το πιο συχνά αυτοαναφερόμενο για πρόκληση φαρμακευτικών αλλεργιών. Ωστόσο, το ποσοστό των ανθρώπων που είναι πραγματικά αλλεργικοί στην πενικιλίνη είναι πολύ μικρό. 

Για τον λόγο αυτό ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας προτείνει τη διενέργεια εξετάσεων, για να επιβεβαιωθεί ή διαψευσθεί η πεποίθησή τους, αφενός γιατί το εν λόγω αντιβιοτικό είναι το καταλληλότερο για μια σειρά ασθενειών και αφετέρου διότι η βελτίωση της συνταγογράφησης θα βοηθήσει στη μείωση της αντιμικροβιακής αντοχής παγκοσμίως.

«Έρευνες που έχουν πραγματοποιηθεί για να διαπιστωθεί το ύψος του ποσοστού των ανθρώπων που είναι πραγματικά αλλεργικοί έχουν αποκαλύψει ότι κυμαίνεται μεταξύ 5% με 10%. 

Πρόσφατα δημοσιεύθηκε, στο Journal of Infection, μια ανασκόπηση 118 μελετών από 28 χώρες της Β. Αμερικής, Ευρώπης, Ωκεανίας, Ασίας, Αφρικής και Ν. Αμερικής (με τη συντριπτική πλειονότητα να προέρχεται από χώρες υψηλού εισοδήματος) και διαπιστώθηκε ότι αλλεργικό είναι το 9,4% του πληθυσμού», σημειώνει ο δρ Θεόδωρος Σεραφείμ Τερσιπάζογλου, Αλλεργιολόγος Παίδων και Ενηλίκων.

Παρότι πράγματι παρουσιάζουν κάποιες αντιδράσεις μετά από τη λήψη πενικιλίνης, ελάχιστοι είναι εκείνοι που αναζητούν αντικειμενική επιβεβαίωση, με συνέπεια οι γιατροί να μην μπορούν να τους συστήσουν τη συγκεκριμένη ουσία, αλλά τους προτείνουν δεύτερης γραμμής αντιβιοτικά, τα οποία δεν αντιμετωπίζουν εξίσου αποτελεσματικά με την πενικιλίνη κάποια μικρόβια. Έτσι οι εν λόγω ασθενείς διατρέχουν κίνδυνο για ανάπτυξη μικροβιακής αντοχής. Επίσης, οι αυτοχαρακτηριζόμενοι αλλεργικοί στην πενικιλίνη ασθενείς που λαμβάνουν άλλα φάρμακα για να καταπολεμήσουν ασθένειες ενδεχομένως να χρειάζονται περισσότερο χρόνο για να αναρρώσουν ή περισσότερες μέρες παραμονής σε νοσοκομείο. 

«Η πενικιλίνη ανήκει σε μια ομάδα αντιβιοτικών που ονομάζονται β-λακτάμες, οι οποίες χρησιμοποιούνται, λόγω τις αποτελεσματικότητάς τους, για την αντιμετώπιση λοιμώξεων του ουροποιητικού, του αναπνευστικού, του δέρματος των παραρρινίων κόλπων, σεξουαλικώς μεταδιδόμενων νοσημάτων και άλλων παθήσεων.

Κανείς δεν αμφισβητεί ότι προκαλεί συχνά παρενέργειες και ανεπιθύμητες αντιδράσεις, αλλά σπανίως αλλεργίες, όπου ο οργανισμός παράγει ανοσοσφαιρίνη Ε (IgE) και ανοσοσφαιρίνη G (IgG)», εξηγεί ο δρ Θεόδωρος Σεραφείμ Τερσιπάζογλου, Αλλεργιολόγος Παίδων και Ενηλίκων.

Τα παραπάνω αντισώματα ευθύνονται για τα συμπτώματα που παρουσιάζει ο πραγματικός αλλεργικός στην πενικιλίνη. Η παραγωγή ανοσοσφαιρίνης Ε προκαλεί αιφνίδια αναφυλαξία με υπόταση, βρογχόσπασμο, αγγειοοίδημα και κνίδωση έως και 2 ώρες μετά τη λήψη του φαρμάκου, ενώ η ανοσοσφαιρίνη G ηπιότερα συμπτώματα, όπως κνίδωση, αρθραλγίες και πυρετό, σε βάθος χρόνου 10 ημερών.

Πονοκέφαλοι, εξανθήματα, γαστρεντερικές διαταραχές, υπνηλία ή ναυτία, αποτελούν παρενέργειες και όχι αλλεργικές αντιδράσεις στην πενικιλίνη. Επομένως, αυτοί οι ασθενείς μπορούν να πάρουν την αντιβίωση αυτή.

Βέβαια, το ιστορικό του ασθενή μετά τη λήψη πενικιλίνης δεν εγγυάται ότι την επόμενη φορά που θα την πάρει θα έχει τις ίδιες αντιδράσεις (ή καμία). Μια προηγούμενη αντίδραση, δηλαδή, μπορεί να μην επαναληφθεί ποτέ – ούτε μια προηγούμενη ανοχή εξασφαλίζει ότι ο οργανισμός να αντιδράσει το ίδιο όταν ξαναπάρει πενικιλίνη.

Όσοι υποψιάζονται ότι μπορεί να είναι αλλεργικοί, καλό είναι να απευθύνονται σε έναν αλλεργιολόγο για την πραγματοποίηση μιας εξέτασης ευαισθησίας στη συγκεκριμένη ουσία. Εάν τα αποτελέσματα είναι αρνητικά, θα μπορού σχετικά άφοβα να πάρουν πενικιλίνη, αφού θα έχουν τις ίδιες πιθανότητες εμφάνισης αλλεργίας όσο ο γενικός πληθυσμός.

Πρόκειται για μια ανώδυνη εξέταση που γίνεται μόνο σε άτομα με μικρή πιθανότητα αλλεργικής αντίδρασης, βάσει του ιστορικού τους.

Η διαδικασία είναι απλή και σύντομη. Ο αλλεργιολόγος εισάγει μια πολύ μικρή ποσότητα πενικιλίνης στο δέρμα με μια μικροσκοπική βελόνα. Εάν δεν υπάρξει αντίδραση μετά από μερικά λεπτά, τότε δεν είναι αλλεργικός και μπορεί να πάρει άφοβα αντιβιοτικά πενικιλίνης. 

Η εμφάνιση ερυθρότητας, κνησμού, τοπικού εξογκώματος αποτελούν ενδείξεις αλλεργίας που απαγορεύει τη λήψη πενικιλίνης και άλλων σχετικών β-λακταμικών αντιβιοτικών. Η ανοσοθεραπεία, δηλαδή η απευαισθητοποίηση στην ουσία που προκαλεί αλλεργία (πενικιλίνη) γίνεται με τη χορήγηση μικρών ποσοτήτων της σε νοσοκομείο, σε άτομα που κρίνεται ότι θα ωφεληθούν ιδιαίτερα από αυτήν, όπως σε όσους πάσχουν από κάποια νόσο που θεραπεύεται με πενικιλίνη.

«Η ελευθερία χορήγησης τους ουσίας και συγγενών αντιβιοτικών, όπως οι κεφαλοσπιρίνες, αυξάνουν τις επιλογές θεραπείας αλλά και προφύλαξης του οργανισμού», καταλήγει ο δρ Τερσιπάζογλου.

 

 

Θεόδωρος Σεραφείμ Τερσιπαζόγλου

Σχετικά με Θεόδωρος Σεραφείμ Τερσιπαζόγλου

epanek