Χρονοβόρα είναι η διαχείριση της υπεριδρωσίας, μιας διαταραχής που έχει μεν μόνο αυτό το σύμπτωμα αλλά και πολλές επιπτώσεις στην καθημερινότητα. Για να είναι ευπρεπείς οι πάσχοντες υποχρεώνονται να κάνουν μπάνιο αρκετές φορές τη μέρα και να κουβαλούν μαζί τους ρούχα για να αλλάζουν όταν αυτά μουσκεύονται από ιδρώτα. Συχνά τροποποιούν ή απέχουν από δραστηριότητες που διευκολύνουν τη ζωή τους. Για παράδειγμα, όσοι ιδρώνουν υπερβολικά στα χέρια δυσκολεύονται να οδηγήσουν ενώ εκείνοι που έχουν πελματιαία υπεριδρωσία υποφέρουν το καλοκαίρι, αφού δεν μπορούν να φορέσουν σανδάλια, πέδιλα ή σαγιονάρες γιατί γλιστρούν.
Όλη αυτή η ταλαιπωρία τους επηρεάζει και ψυχικά. Στο ιατρικό περιοδικό American Journal of Clinical Dermatology δημοσιεύθηκε μια ανασκόπηση σχεδόν 50 μελετών, κάνοντας γνωστό ότι οι ασθενείς ζουν με μόνιμο άγχος αφού η πάθησή τους μπορεί ακόμα και να καθορίσει τη ζωή τους, διότι συντελεί στη διαμόρφωση των προσωπικών/ερωτικών, κοινωνικών και επαγγελματικών τους σχέσεων.
Το ποσοστό των ανθρώπων που πάσχουν δεν είναι γνωστό, διότι εκείνοι που απευθύνονται σε γιατρούς για την αντιμετώπισή του είναι ελάχιστοι. Ο λόγος είναι ότι οι περισσότεροι δεν γνωρίζουν ότι η υπερβολική εφίδρωση δεν είναι φυσιολογική και ότι μπορούν να απαλλαγούν από αυτήν εύκολα και γρήγορα.
«Η θερμοκρασία του σώματος είναι 36,6oC με κάποιες μικρές αποκλίσεις μεταξύ των ανθρώπων. Το μέσο για να μειωθεί είναι η εφίδρωση – όταν ζεσταινόμαστε ο εγκέφαλος στέλνει σήμα και ξεκινά η έκκριση ιδρώτα από τους ιδρωτοποιούς αδένες. Αυτοί βρίσκονται σε όλο το σώμα, αλλά οι περισσότεροι είναι στις μασχάλες, στο μέτωπο, τις παλάμες και τα πέλματα. Εάν δεν λειτουργήσει αυτός ο μηχανισμός η θερμοκρασία δεν πέφτει και μια τέτοια εξέλιξη είναι επικίνδυνη, αφού μπορεί να οδηγήσει ακόμα και σε θάνατο», επισημαίνει ο Δερματολόγος – Αφροδισιολόγος δρ Χρήστος Στάμου.
«Τα άτομα με υπεριδρωσία δεν έχουν διαφορετικούς ή περισσότερους από το φυσιολογικό. Απλώς, το νεύρο που ελέγχει την εφίδρωση είναι υπερευαίσθητο και προκαλεί υπερπαραγωγή ιδρώτα όχι μόνο όταν η θερμοκρασία του σώματος είναι ανεβασμένη (λόγω υψηλής θερμοκρασίας περιβάλλοντος ή εσωτερικής θερμοκρασίας μετά από άσκηση ή κατανάλωση πικάντικων φαγητών ή λόγω πυρετού), αλλά και σε καταστάσεις άγχους.
Η υπερβολική παραγωγή ιδρώτα μπορεί να οδηγήσει σε αφυδάτωση, ενώ η απώλεια πολλών υγρών μπορεί να προκαλέσει κράμπες και, σε ακραίες περιπτώσεις, θερμοπληξία. Δεν είναι επικίνδυνη ούτε απειλητική για τη ζωή, παρά μόνο όταν τα υγρά που χάνονται από το σώμα δεν αναπληρώνονται.
Οι περισσότεροι ασθενείς έχουν γονείς με τη διαταραχή και την εμφανίζουν μετά την εφηβεία και στα πρώτα χρόνια της ενήλικης ζωής τους. Όταν παρουσιάζεται αργότερα, οφείλεται σε φάρμακα που λαμβάνονται ή είναι σύμπτωμα άλλων παθήσεων (π.χ. θυρεοτοξίκωση, νευρολογικά σύνδρομα, εμμηνόπαυση) ή καταστάσεων (π.χ. εμμηνόπαυση).
Ο ιδρώτας είναι αποκρουστικός για τους άλλους και συχνά αηδιαστικός κατά το άγγιγμα, π.χ. για μια χειραψία.
Γνωρίζοντάς το αυτό, οι ασθενείς νοιώθουν αμηχανία, ντροπή, υποχρεώνονται να δίνουν εξηγήσεις, χάνουν την αυτοπεποίθησή τους. Αγχώνονται και μόνο στη σκέψη των συναισθημάτων που προκαλούν στους άλλους και αυτός είναι ένας λόγος να… ιδρώνουν περισσότερο. Εκείνοι που βιώνουν βαρύτερα την κατάστασή τους είναι όσοι ιδρώνουν πολύ στις μασχάλες, χωρίς να βρίσκονται σε καλύτερη ψυχολογία όσοι έχουν εντονότερο πρόβλημα στην υπομαστική και βουβωνική περιοχή.
Ένα μεγάλο ποσοστό πασχόντων αποσύρεται από την κοινωνική ζωή και παρά την επιθυμία τους δεν επιδιώκουν να έχουν στενότερες σχέσεις, ούτε καν χειραψίες, πόσω μάλλον ερωτικές επαφές. Η αποξένωση περιορίζει, επίσης, τις επαγγελματικές ευκαιρίες. Οι έφηβοι επιβαρύνονται περισσότερο, διότι τότε κάνουν τα πρώτα βήματά τους στο ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον και οι αντιδράσεις των συνομηλίκων τους, που συχνά είναι σκληρές, έχουν βαρύνουσα σημασία.
Ιδιαίτερη προσοχή χρειάζονται και οι επιπτώσεις στον οργανισμό, διότι η υπεριδρωσία δημιουργεί τις συνθήκες όπου πολλαπλασιάζονται οι μύκητες. Επίσημοι φορείς διατείνονται ότι οι ασθενείς διατρέχουν 300% μεγαλύτερο κίνδυνο δερματικών λοιμώξεων συγκριτικά με όσους δεν πάσχουν από αυτή τη διαταραχή.
Η υγρασία προκαλεί επίσης ρήξεις στη συνέχεια του δέρματος και ανοίγει την πύλη του οργανισμού σε βακτήρια και ιούς. Ο ιός των ανθρωπίνων θηλωμάτων, που προκαλεί τις μυρμηγκιές, είναι ένας από τους πιο συχνούς. Η έρευνα δείχνει, επίσης, ότι είναι επιβαρυντικός παράγοντας για όσους πάσχουν από ψωρίαση και έκζεμα.
«Εάν η διαταραχή ήταν πιο γνωστή, είναι σίγουρο ότι αρκετοί πάσχοντες θα είχαν απαλλαχθεί οριστικά από αυτήν και από όλα τα ψυχολογικά και κοινωνικά προβλήματα προκαλεί.
Για την αντιμετώπισή της, οι περισσότεροι κάνουν χρήση αντιιδρωτικών. Έχουμε στη διάθεσή μας και άλλα όπλα, όπως από του στόματος φαρμακευτικές αγωγές, την ιοντοφόρηση και το botox.
Το botox είναι μια ασφαλής και αποτελεσματική θεραπεία, που απαλλάσσει από την υπερβολική εφίδρωση για περίπου 8 μήνες. Απαιτούνται μόλις 20 λεπτά για να περιοριστεί ο ιδρώτας κατά 85%.
Στις περιπτώσεις που ο πάσχοντας υποφέρει πολύ και καμία συντηρητική θεραπεία δεν φέρνει τα επιθυμητά αποτελέσματα, υπάρχει πάντα η επιλογή της θωρακοσκοπικής συμπαθεκτομής.
Το σημαντικό είναι ότι θεραπεία υπάρχει και είναι απλή, γρήγορη και ανώδυνη», καταλήγει ο δρ Στάμου.