Υψηλό είναι το ποσοστό των ανθρώπων παγκοσμίως που έχουν στο ιατρικό ιστορικό τους κάποιου είδους θερμικό έγκαυμα, ήπιο ή σοβαρότερο. Η έρευνα δείχνει ότι όσα οφείλονται σε φωτιά είναι τα συνηθέστερα. Παρότι τέτοιους είδους εγκαύματα παθαίνουν άτομα κάθε ηλικίας, από τα παιδιά έως τους ηλικιωμένους, οι πιο επιρρεπείς φαίνεται ότι είναι όσοι διανύουν την έβδομη δεκαετία της ζωής τους και οι ακόμα μεγαλύτεροι. Ο αριθμός εκείνων που βιώνουν απειλητικά για τη ζωή εγκαύματα ξεπερνά το ένα τρίτο, ενώ αξιοσημείωτος είναι ο αριθμός όσων την χάνουν τελικά, ή η αποθεραπεία τους είναι μακροχρόνια.
«Τα εγκαύματα που καλύπτουν μεγάλη επιφάνεια του δέρματος ή είναι βαθιά μπορούν να έχουν σοβαρές επιπτώσεις, τόσο σωματικές όσο και ψυχολογικές. Οι νευρικές απολήξεις σε αρκετές περιπτώσεις καταστρέφονται, η ισορροπία υγρών και ηλεκτρολυτών του σώματος χάνεται, παράλληλα με τη διαταραχή της θερμοκρασίας του. Είναι επίσης πιθανό το έγκαυμα να είναι τόσο σοβαρό που να καταστρέψει όχι μόνο το δέρμα αλλά και τους μυς που βρίσκονται κάτω από αυτό, όπως και να προκαλέσει σοβαρές βλάβες σε εσωτερικά όργανα του σώματος», επισημαίνει ο Δερματολόγος – Αφροδισιολόγος δρ Χρήστος Στάμου.
Οι κυριότερες αιτίες πρόκλησής του είναι η αδεξιότητα, η έλλειψη προσοχής και συγκέντρωσης, η απειρία αλλά και η υπερβολική πίστη σε ικανότητες και δεξιότητες.
Από τη σοβαρότητά τους κατηγοριοποιούνται σε εγκαύματα 1ου βαθμού, που περιορίζονται στην επιδερμίδα, σε εγκαύματα 2ου βαθμού, τα οποία επηρεάζουν την επιδερμίδα και το ανώτερο μέρος του χορίου και σε εγκαύματα 3ου βαθμού, τα οποία επηρεάζουν όλο το πάχος του δέρματος μέχρι το υποδόριο λίπος. Όσο πιο σοβαρή είναι η βλάβη τόσο μεγαλύτερες είναι οι πιθανότητες τοπικών μολύνσεων, αλλά και γενικότερων λοιμώξεων του οργανισμού, ιδιαίτερα όταν η έκταση του εγκαύματος ξεπερνά το 30% της επιφάνειας του σώματος και είναι πλήρους πάχους.
Η έκταση και το βάθος του εγκαύματος εξαρτάται από το πόσο γρήγορα μεταφέρεται η θερμότητα στο δέρμα. Ο ρυθμός αυτός προσδιορίζεται από διάφορους παράγοντες, όπως η διάρκεια της επαφής με τον παράγοντα που προκαλεί το έγκαυμα.
Πιο απειλητικά είναι εκείνα που αφορούν στο πρόσωπο, καθώς μπορούν να δυσχεράνουν την αναπνοή και την όραση. Βέβαια, επικίνδυνα για την μετέπειτα αυτοεξυπηρέτηση μπορεί είναι και τα εγκαύματα που προκύπτουν στα δάκτυλα των άνω και κάτω άκρων.
Δυσκολότερο να θεραπευτούν είναι τα άτομα των ηλικιακών άκρων (πολύ νεαροί και πολύ ηλικιωμένοι). Όσοι έχουν υποστεί εγκαύματα που υπερβαίνουν το 60% της επιφάνειας του σώματος σπάνια επιβιώνουν.
«Η έγκαιρη και σωστή φροντίδα του εγκαύματος αποτελεί το κλειδί για τη θεραπεία του. Γι’ αυτό όσοι υφίστανται έγκαυμα 1ου βαθμού θα πρέπει να βάλουν αμέσως το σημείο κάτω από τρεχούμενο δροσερό νερό για 20 λεπτά και να αποφύγουν τον πάγο. Εναλλακτικά, μπορούν να βάλουν στο καμένο δέρμα ένα βρεγμένο πανί (μαλακό και χωρίς χνούδι), που θα αντικαθιστούν ανά 20 λεπτά. Εάν ούτε αυτό είναι εφικτό, τότε πρέπει να ψάξουν για μια πηγή καθαρού νερού, έχοντας τυλίξει το έγκαυμα με μεμβράνη φαγητού. Φυσικά, θα πρέπει να αφαιρεθεί οτιδήποτε ακουμπάει επάνω στη περιοχή του δέρματος που έχει καεί. Τοπικά μπορούν να εφαρμοστούν μόνο αντιβιοτικές κρέμες και γάζα, ενώ επιτρέπεται να ληφθούν παυσίπονα.
Όταν το έγκαυμα είναι πιο σοβαρό (β΄ βαθμού) οι ασθενείς πρέπει να ακολουθήσουν τα ίδια βήματα, με την επιπλέον επισήμανση να μην πιέζουν τις φουσκάλες που έχουν σχηματιστεί και να σηκώνουν το χέρι ψηλότερα για να ελεγχθεί το οίδημα. Επειδή δε ο κίνδυνος μόλυνσης του εγκαύματος είναι μεγαλύτερος, θα πρέπει να εφαρμόσουν τοπικά ένα ισχυρότερο αντιβιοτικό.
Για τα εγκαύματα 3ου βαθμού, που είναι πιθανόν να προκύψουν από μια πυρκαγιά στο σπίτι, οι κινήσεις θα πρέπει να είναι γρήγορες, προσεκτικές και συντονισμένες. Ο παθών επιβάλλεται να απομακρυνθεί από την εστία φωτιάς και ευθύς αμέσως να κληθεί ασθενοφόρο. Μέχρι να φτάσει, ο φροντιστής πρέπει να χαλαρώσει οτιδήποτε στενεύει το σώμα του ασθενή, χωρίς να αφαιρέσει τα ρούχα που καλύπτουν το έγκαυμα και να βεβαιωθεί ότι διατηρεί την αναπνευστική λειτουργία του. Εάν όχι, να εφαρμόσει καρδιοπνευμονική αναζωογόνηση. Η τοποθέτηση ενός καθαρού σεντονιού ή αποστειρωμένων γαζών θα μπορούσε να αποτρέψει τη μόλυνση. Στο νοσοκομείο αποφασίζεται, κατόπιν εξέτασης, το θεραπευτικό πλάνο που θα εφαρμοστεί.
«Στόχος της θεραπείας είναι η ταχύτερη αποκατάσταση, με το καλύτερο αισθητικό αποτέλεσμα. Υπάρχει μια ποικιλία τοπικών και συστηματικών φαρμακοθεραπειών, αλλά και χειρουργικών επεμβάσεων για την αντιμετώπιση των πολύ σοβαρών εγκαυμάτων. Κάποια στιγμή στο μέλλον, στη φαρέτρα των ειδικών θα προστεθεί και μια μορφή φωτοθεραπείας (photobiomodulation) σε χαμηλή δόση, η οποία θα συντομεύσει την περίοδο αποκατάστασης και θα μειώσει τον πόνο των ασθενών. Προς το παρόν η μέθοδος εφαρμόζεται σε ποντίκια, μα οι ερευνητές από το Πανεπιστήμιο του Buffalo είναι αισιόδοξοι ότι θα είναι εξίσου αποτελεσματική και στους ανθρώπους», καταλήγει ο δρ Χρήστος Στάμου.