Η τακτική και χωρίς προστασία έκθεση του δέρματος στον ήλιο έχει σοβαρές επιπτώσεις στα άτομα που έχουν μολυνθεί από τον ιό του έρπητα. Πέραν, δηλαδή, των γνωστών βλαβών και κινδύνων που προκαλεί, η πτώση του ανοσοποιητικού που συντελείται εξασθενεί την ικανότητά του να τον θέτει υπό έλεγχο. Έτσι, η εκδήλωση των συμπτωμάτων είναι συχνότερη τους θερμούς μήνες του χρόνου.
Μια ιαπωνική μελέτη αποκάλυψε ότι στην καρδιά του καλοκαιριού, δηλαδή τους μήνες Ιούλιο και Αύγουστο, η επανεμφάνιση του ιού ταλαιπώρησε το 19,7% των ασθενών, ενώ οι μικρότεροι των 30 ετών είχαν μεγαλύτερη πιθανότητα να παρουσιάσουν συμπτώματα ή να υποτροπιάσουν. Σε αυτήν την ομάδα το ποσοστό των διαγνώσεων άγγιξε το 28% κατά τους συγκεκριμένους μήνες, και το 40% οι υποτροπές.
Αυτό βεβαίως δεν σημαίνει ότι δεν θα πρέπει να απολαμβάνουν τις ζεστές ακτίνες του οι ασθενείς, αφού αυτές προσφέρουν μια σειρά ωφελημάτων για τον οργανισμό. Η ενημέρωση όσων έχουν μολυνθεί θα μπορούσε, ωστόσο, να συμβάλλει στη μείωση των επανεμφανίσεων.
«Για τις δερματικές εκδηλώσεις ευθύνεται μία υποκατηγορία ερπητοϊών, από τις τρεις που υπάρχουν στη φύση. Τόσο ο ιός VZV που προκαλεί τον έρπητα ζωστήρα όσο και ο HSV (1 και 2) που προκαλεί συχνότερα τον επιχείλιο έρπη ανήκουν σε αυτήν.
Η μετάδοσή του απαιτεί την στενή επαφή με ασθενή που έχει συμπτώματα, δερματικά ή αναπνευστικά (σταγονίδια, εκκρίσεις κ.λπ.) ή έμμεση επαφή, μέσω αντικειμένων μολυσμένων προσβεβλημένων ατόμων, δεδομένου ότι ο VZV είναι ο ίδιος ιός που προκαλεί την ανεμευλογιά. Ο χρόνος μετάδοσης εκτείνεται από 1-2 ημέρες πριν την εμφάνιση του εξανθήματος έως και 4-5 ημέρες μετά.
Από τη στιγμή της μόλυνσης, ο ιός παραμένει για πάντα στον οργανισμό και σε περιόδους πτώσης του ανοσοποιητικού, επανενεργοποιείται. Τότε ο ασθενής παρουσιάζει αρχικά ερυθρότητα, και κατόπιν εξανθήματα τα οποία μοιάζουν με φυσαλίδες γεμάτες με υγρό. Αυτές είναι επώδυνες και προκαλούν φαγούρα μέχρι να σπάσουν και να στεγνώσουν λίγα 24ωρα αργότερα. Η συχνή επανεμφάνιση των συμπτωμάτων στο ίδιο σημείο είναι πιθανόν να προκαλέσει σημάδια στο δέρμα», εξηγεί ο Δερματολόγος – Αφροδισιολόγος δρ Χρήστος Στάμου.
Πιο συγκεκριμένα ο ιός της ανεμευλογιάς ξυπνά από τα ραχιαία γάγγλια όπου “κοιμάται”, όταν κάποιες συνθήκες του το επιτρέψουν και εκδηλώνεται ως έρπης ζωστήρας, όχι αποκλειστικά στην περιοχή της μέσης όπως πολλοί πιστεύουν.
Η μόλυνση από τον ιό του απλού έρπητα απαιτεί τη δερματική επαφή με βλάβη και τα συμπτώματα που προκαλεί στο δέρμα, το στόμα, τα χείλη, τα μάτια και τα γεννητικά όργανα είναι παρόμοια με αυτά του VZV.
Σύμφωνα με μετρήσεις, το 30% της επανεμφάνισης των συμπτωμάτων προκύπτει μετά από την απορρόφηση της ηλιακής ακτινοβολίας, εξαιτίας της πτώσης της άμυνας του οργανισμού κυρίως, χωρίς ωστόσο να είναι ο μοναδικός λόγος.
«Η έκθεση στον ήλιο έχει θετικές και αρνητικές επιδράσεις. Είναι ευεργετικός, αφού μας χαρίζει ευεξία και παραγωγή βιταμίνης D, αλλά και βλαβερός γιατί γερνά το δέρμα πρόωρα, προκαλεί φωτοαλλεργίες, εγκαύματα και καρκίνο και βεβαίως ανοσοκαταστολή. Δυστυχώς για να προκύψουν όλα αυτά δεν απαιτείται ολοήμερη ηλιοθεραπεία. Για να πέσει το ανοσοποιητικό αρκεί και μόνο ο μισός χρόνος από αυτόν που απαιτείται για τη εμφάνιση ενός εξαιρετικά ήπιου ηλιακού εγκαύματος.
Τα άτομα, λοιπόν, που έχουν μολυνθεί από τον HSV και τον VZV και από επιλογή εκτίθενται στην ηλιακή ακτινοβολία, θα πρέπει να αναθεωρήσουν και να γίνουν πιο προσεκτικοί, μειώνοντας τον χρόνο που περνούν κάτω από τον ήλιο. Κατά τις ώρες δε που η έκθεση είναι αναπόφευκτη, επιβάλλεται η χρήση αντηλιακού και lip balm με δείκτη προστασίας, η ενυδάτωση του δέρματος και η χρήση καπέλου. Προσοχή, επίσης, σε οποιαδήποτε συσκευή παράγει υπεριώδη ακτινοβολία», επισημαίνει ο δρ Στάμου.
Η λήψη των μέτρων αυτών δεν αποκλείει την υποτροπή, απλώς μειώνει τις πιθανότητες επανεμφάνισης των συμπτωμάτων. Ευτυχώς, εάν προκύψει υπάρχουν τρόποι που επιταχύνουν την ύφεση και μειώνουν την έντασή τους. Σε αυτούς περιλαμβάνονται τοπικές θεραπείες με κρέμες, συστημικές αγωγές με χάπια και φυσικά επιθέματα που καλύπτουν τη βλάβη.
«Για την επανεμφάνιση των συμπτωμάτων δεν ενοχοποιείται, βέβαια, μόνον ο ήλιος, αλλά είναι πιθανόν να προκύψει και από άλλους λόγους, οργανικούς και ψυχολογικούς. Όμως, η έκθεση στην ακτινοβολία του μπορεί εύκολα να ελεγχθεί, σε αντίθεση με τους υπολοίπους.
Επομένως, συστήνεται η σταδιακή αύξηση του χρόνου έκθεσης που βοηθά στην προοδευτική παραγωγή μελανίνης, η αποφυγή ακόμη και του ηπιότερου εγκαύματος, η επιλογή πυκνοϋφασμένων ρούχων που μπλοκάρουν τις ακτίνες του ήλιου και η σωστή χρήση ενός αντηλιακού ευρέως φάσματος με υψηλό δείκτη προστασίας, χειμώνα – καλοκαίρι», καταλήγει ο δρ Χρήστος Στάμου.