Διαφορετικός είναι ο τρόπος μεταφοράς του σήματος του οξέος κνησμού στον εγκέφαλο απ’ ό,τι πίστευαν μέχρι τώρα οι επιστήμονες.
Αυτός είναι ο λόγος που οι πάσχοντες από έκζεμα δεν βρίσκουν ανακούφιση από τα αντιισταμινικά φάρμακα όταν βρίσκονται σε έξαρση κνησμού εξαιτίας έκθεσης σε αλλεργιογόνα του περιβάλλοντος, αφού τα συγκεκριμένα φάρμακα δεν έχουν σχεδιαστεί για να στοχεύουν σε αυτόν τον τρόπο και να κατευνάζουν τη βασανιστική φαγούρα.
«Λέγοντας έκζεμα εννοούμε μια ομάδα παθήσεων, μεταξύ των οποίων η ατοπική δερματίτιδα, η δερματίτιδα εξ επαφής και η σμηγματορροϊκή δερματίτιδα, που εκδηλώνονται κυρίως στο πρόσωπο και στα άκρα. Προκαλούν φαγούρα, φλεγμονή ή εξάνθημα. Η εμφάνισή τους είναι πολύ συχνή σε άτομα κάθε ηλικίας, και η βαρύτητα των συμπτωμάτων μπορεί να κυμαίνεται από ήπια έως σοβαρή. Πρόκειται για μια μη μεταδοτική πάθηση που η ανάπτυξή της οφείλεται σε γονιδιακούς και περιβαλλοντικούς παράγοντες – δηλαδή κάποιο ερεθιστικό ή αλλεργιογόνο «ενεργοποιεί» το ανοσοποιητικό σύστημα, προκαλεί φλεγμονή, η οποία πυροδοτεί τα συμπτώματα στα περισσότερα είδη εκζέματος», μας εξηγεί ο Δερματολόγος – Αφροδισιολόγος δρ Χρήστος Στάμου.
«Φυσικά, αυτό δεν συμβαίνει σε όλους τους ανθρώπους, αλλά σε εκείνους που φέρουν μια μετάλλαξη στο γονίδιο φιλαγκρίνη (filaggrin). Αυτή ευθύνεται για τη διατάραξη της ικανότητας επισκευής των βλαβών στο φράγμα του δέρματος, με αποτέλεσμα την εμφάνιση ξηρότητας, φλεγμονής και τελικά κνησμού, μόλις τα αλλεργιογόνα εισέλθουν στο δέρμα», προσθέτει.
Ο λόγος είναι η απελευθέρωση ισταμίνης από τα μαστοκύτταρα, ρόλος των οποίων είναι να αντιδρούν σε αυτά τα αλλεργιογόνα. Για την αναστολή των συμπτωμάτων που προκαλεί η ισταμίνη έχουν σχεδιαστεί φάρμακα, τα λεγόμενα αντιισταμινικά φάρμακα, τα οποία είναι αποτελεσματικά, όχι όμως για τις περιπτώσεις οξέως κνησμού.
Μια πρόσφατη μελέτη από την Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου της Ουάσινγκτον στο Σαιντ Λούις ανακάλυψε ότι δεν αποδίδουν εξαιτίας του ότι δεν στοχεύουν στο σωστό τύπο κυττάρου.
Κατά τους ερευνητές, ο οργανισμός των ανθρώπων που βιώνουν επεισόδια οξέος κνησμού αντιδρά σαν εκείνων με οξεία αλλεργία. Οι αλλεργικοί ασθενείς παράγουν ανοσοσφαιρίνη Ε, μια ουσία στην οποία αποτελεί αντικείμενο έρευνας εδώ και χρόνια. Έχει βρεθεί ότι οι ασθενείς με έκζεμα που παράγουν αυτή την ουσία όταν εκτίθενται σε αλλεργιογόνα διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο να εμφανίσουν επεισόδια οξέος κνησμού.
Μετά από μελέτες σε ποντίκια βρήκαν ότι η παραγωγή ανοσοσφαιρίνης Ε τους προκαλούσε φαγούρα. Ωστόσο, η ανοσοσφαιρίνη Ε σε ποντίκια με έκζεμα ενεργοποίησε έναν τύπο λευκών αιμοσφαιρίων, τα βασεόφιλα, που με τη σειρά τους ενεργοποίησαν κάποια κύτταρα τα οποία δεν ήταν εκείνα που μέχρι εκείνη τη στιγμή νόμιζαν ότι μετέδιδαν τα σήματα κνησμού και στα οποία τα αντιισταμινικά λειτουργούσαν.
«Ο οργανισμός για να απαλλαγεί από τις ουσίες που τον ενοχλούν δίνει σήμα κνησμού. Ορισμένες φορές όμως σε κάποια άτομα ο κνησμός γίνεται χρόνιος και ταλαιπωρεί ιδιαίτερα τους ανθρώπους που υποφέρουν από ατομική δερματίτιδα. Η μελέτη αυτή έδωσε μια άλλη οπτική στον τρόπο που μεταδίδεται το σήμα αυτό και μετά από χρόνια θα βρεθούν νέα φάρμακα που θα μπορούν να ανακουφίσουν τα επεισόδια οξέως κνησμού. Μέχρι να ανακαλυφθούν όμως αυτά, οι ασθενείς δεν έχουν τρόπο να τα αντιμετωπίσουν. Μπορούν μόνο να είναι πιο προσεκτικοί και να αποφεύγουν κάθε ουσία που θα μπορούσε δυνητικά να τους προκαλέσει αντίδραση και να τηρούν τις συμβουλές του γιατρού τους», τονίζει ο δρ Στάμου.
Συγκεκριμένα, οι ασθενείς με ατοπική δερματίτιδα, θα πρέπει να κρατάνε το δέρμα τους δροσερό, αποφεύγοντας να ντύνονται με χοντρά ρούχα. Το ίδιο ισχύει και για το καλοκαίρι, αφού οι υψηλές θερμοκρασίες περιβάλλοντος ανεβάζουν και τη θερμοκρασία του δέρματος. Τότε να επιλέγουν σκιερά μέρη και όχι κλιματιζόμενους χώρους, προκειμένου να μην ξεραίνεται το δέρμα τους, ή να φροντίζουν να υπάρχουν ικανοποιητικά επίπεδα υγρασίας. Να φροντίζουν να μην ιδρώνουν. Επίσης, θα πρέπει να φορούν πάντα ρούχα από φυσικά υλικά που δεν προκαλούν ερεθισμούς και γάντια όταν θα πρέπει να έρθουν σε επαφή με απορρυπαντικά. Να επιλέγουν καλλυντικά περιποίησης του δέρματος χωρίς αρωματικές ουσίες και να αποφεύγουν τα προϊόντα μακιγιάζ.
«Υπάρχουν διάφοροι τρόποι αντιμετώπισης των συμπτωμάτων που προκαλεί η ατοπική δερματίτιδα και η φωτοθεραπεία έχει αποδειχθεί ότι είναι η πιο σύγχρονη και αποτελεσματική αφού καταπραΰνει τον κνησμό, χωρίς να προκαλεί καμία παρενέργεια. Είναι δε ο πλέον φυσικός τρόπος θεραπείας, για όλους τους τύπους δέρματος», καταλήγει ο δρ Χρήστος Στάμου.