Η εγκυμοσύνη αυξάνει τον κίνδυνο εμφάνισης δερματικών προβλημάτων, χωρίς ωστόσο η αντιμετώπισή τους να ενέχει κάποια ιδιαίτερη δυσκολία. Κάποιες δεν χρειάζονται καν ιατρικές παρεμβάσεις. Υπάρχουν όμως και δερματοπάθειες που είναι χαρακτηριστικές της κύησης αλλά και της λοχείας, οι οποίες μπορούν να προκαλέσουν επιπλοκές τόσο στη μητέρα όσο και στο μωρό και γι’ αυτό θα πρέπει να εντοπίζονται θεραπεύονται αμέσως.
«Κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης συμβαίνουν έντονες ορμονικές αλλαγές που επηρεάζουν την ικανότητα του οργανισμού να αντιμετωπίζει τις εξωτερικές επιθέσεις. Οι νέες συνθήκες μπορούν είτε να προκαλέσουν την εμφάνιση δερματοπαθειών είτε να επιδεινώσουν αλλά και να βελτιώσουν υπάρχουσες. Κάποιες εμφανίζονται μόνο στην εγκυμοσύνη», μας εξηγεί ο Δερματολόγος – Αφροδισιολόγος δρ Χρήστος Στάμου.
Είναι πολύ πιθανό, λοιπόν, να εμφανιστούν ραγάδες, μελάγχρωση ή/και μελανοκυτταρικοί σπίλοι, παθήσεις που είναι ακίνδυνες για την υγεία και των δύο.
Οι ραγάδες είναι η συχνότερη, αφού επηρεάζει 9 στις 10 γυναίκες μετά τον 3ο-4ο μήνα της εγκυμοσύνης. Οι περιοχές στις οποίες εμφανίζονται είναι η κοιλιά, οι μαστοί, οι μηροί και οι γλουτοί και η αιτία είναι το τέντωμα του δέρματος εξαιτίας της αύξησης του βάρους του εμβρύου.
Εξίσου συχνή κατά τους πρώτους τρεις μήνες είναι η σκουρόχρωση των θηλών και των γεννητικών οργάνων, η οποία υποχωρεί ως ένα ικανοποιητικό βαθμό χωρίς παρεμβάσεις μετά τη γέννηση του βρέφους. Πιθανή είναι και η εμφάνιση σκουρότερων περιοχών στο πρόσωπο, από το δεύτερο τρίμηνο και έπειτα, οι οποίες υποχωρούν μετά τον τοκετό.
Στην εγκυμοσύνη είναι επίσης πιθανό να προκληθεί συγκέντρωση μελανοκυττάρων και να εμφανιστούν στο δέρμα κηλίδες χρώματος μαύρου, σκούρου καφέ ή ροζ. Για τον αποκλεισμό μελανώματος, εξαιτίας της πιθανής ομοιότητάς τους, είναι καλό να γίνεται διάγνωση από δερματολόγο.
Η κύηση μπορεί να προκαλέσει και διαφοροποίηση των δερματοπαθειών που υπήρχαν πριν από τη σύλληψη και έξαρση κάποιων νοσημάτων που μεταδίδονται με τη σεξουαλική πράξη.
Κατά τους πρώτους 3,5 μήνες όσες γυναίκες έχουν κονδυλώματα, τα βλέπουν να μεγαλώνουν πολύ και γρήγορα, και να προκαλούν ερεθισμό και αιμορραγία. Υπάρχει δε ο κίνδυνος μετάδοσής τους στο νεογέννητο κατά τον τοκετό, αφού τα μαλακά αυτά εξογκώματα βρίσκονται στα γεννητικά όργανα. Επίσης, είναι πιθανό όσες έχουν προσβληθεί από τους ιούς HSV-1 & HSV-2 που προκαλούν τον απλό έρπητα και τον ιό VZV που προκαλεί τον έρπη ζωστήρ να δουν έξαρση των συμπτωμάτων αλλά και της συχνότητας εμφάνισής τους.
Ειδικά στην εγκυμοσύνης παρουσιάζονται οι εξής δερματοπάθειες:
Ατοπικό εξάνθημα της εγκυμοσύνης
Αυτή η δερματοπάθεια εκδηλώνεται σε γυναίκες που είχαν στο παρελθόν ατοπική δερματίτιδα, με εκζεματικές ή βλατιδώδεις βλάβες, που προκαλούν κνησμό. Στις περισσότερες εμφανίζεται στο πρόσωπο, ενώ δεν αποκλείεται να εμφανιστεί στο σώμα, περιλαμβανομένων των άκρων, μέχρι και το δεύτερο τρίμηνο της κύησης.
Πολύμορφο Εξάνθημα της Κύησης
Άλλη μια συχνή, καλοήθης δερματοπάθεια είναι το πολύμορφο εξάνθημα της κύησης. Στη συντριπτική πλειονότητα των γυναικών εμφανίζεται μόνο στην πρώτη εγκυμοσύνη κατά το τρίτο τρίμηνο ή κατά την περίοδο μετά τον τοκετό και δεν επηρεάζει το μωρό.
Εκδηλώνεται αρχικά με ραγάδες στην κοιλιά. Αργότερα επεκτείνεται σιγά-σιγά στο υπόλοιπο σώμα ως έντονα κνησμώδες εξάνθημα με ερυθηματώδεις, οιδηματώδεις βλατίδες και πλάκες.
Πεμφιγοειδές κύησης
Στο δεύτερο ή τρίτο τρίμηνο κάποιες γυναίκες εμφανίζουν, σπάνια βέβαια, τον λεγόμενο έρπητα κύησης. Βέβαια, δεν αποκλείεται η εμφάνισή του το πρώτο τρίμηνο ή μετά τον τοκετό. Στο δέρμα εμφανίζονται κνησμώδεις φυσαλίδες, οι οποίες υποχωρούν τον τελευταίο μήνα της εγκυμοσύνης, με σοβαρές πιθανότητες επανεμφάνισής τους μετά τον τοκετό.
Ενδοηπατική χολόσταση της κύησης
Πρόκειται για μια δευτεροπαθή δερματοπάθεια που οφείλεται σε ηπατική διαταραχή, η οποία επηρεάζει το 1% των γυναικών που εγκυμονούν.
Προκαλεί έντονο κνησμό στις παλάμες και στα πέλματα, ο οποίος αργότερα επεκτείνεται στο υπόλοιπο σώμα και τις ταλαιπωρεί μέχρι να γεννήσουν.
Η πάθηση μπορεί να προκαλέσει, κατά σειρά επικινδυνότητας, πρόωρο τοκετό, ενδογεννητική εμβρυϊκή δυσπραγία και θάνατο του εμβρύου πριν τη γέννηση ή αμέσως μετά από αυτή.
«Οι ορμονικές αλλαγές είναι πιθανό να προκαλέσουν αύξηση της πυκνότητας των μαλλιών της μέλλουσας μητέρας, ιδίως στο τελευταίο τρίμηνο. Η αλλαγή αυτή δεν διαρκεί, όμως, αφού ο αριθμός των τριχών μειώνεται και φτάνει σε αυτόν που προϋπήρχε της εγκυμοσύνης μέχρι το παιδί να κλείσει το πρώτο του χρόνο», τονίζει ο δρ Στάμου.
Εκτός από το κεφάλι, υπερτρίχωση παρατηρείται και στο υπόλοιπο σώμα και συνηθέστερα κατά μήκος της μέσης γραμμής της υπερηβικής περιοχής. Αν και οι μαλακές τρίχες χάνονται κατά το πρώτο εξάμηνο μετά τη γέννα, οι σκληρότερες και πιο χοντρές είναι δυσκολότερο να πέσουν.
Τα νύχια επίσης παρουσιάζουν μεταβολές. Σπάνε πιο εύκολα, σκίζονται, παρουσιάζεται είσφρυση, λευκονυχία, ονυχόλυση, μελανονυχία, η αυλάκωση των νυχιών και υπερκεράτωση.
«Οι γυναίκες που εγκυμονούν και παρατηρούν αλλαγές στο δέρμα τους θα πρέπει να συμβουλεύονται τον δερματολόγο τους. Εκείνες που έχουν παθήσεις και βρίσκονται σε αναπαραγωγική ηλικία έχοντας την επιθυμία να φέρουν στον κόσμο ένα παιδί καλό είναι να συνεργαστούν μαζί του ώστε να ελαχιστοποιηθεί η πιθανότητα αναζωπύρωσή τους και να αποφευχθεί η μετάδοσή τους στο νεογέννητο», καταλήγει ο δρ Χρήστος Στάμου.