Διαφορετικός θα πρέπει να είναι ενδεχομένως ο τρόπος θεραπείας αλλά και η φαρμακευτική αγωγή που χορηγείται για τον έλεγχο της ψωρίασης, μεταξύ των δύο φύλων. Η δερματική αυτή νόσος, που απασχολεί σχεδόν 15 εκατομμύρια Ευρωπαίους, ελέγχεται καλύτερα στις γυναίκες συγκριτικά με τους άνδρες, και αυτό δεν σχετίζεται με το είδος των φαρμάκων που παίρνουν.
«Η ψωρίαση είναι μια δερματοπάθεια που απασχολεί το 2-3% των ανθρώπων που ζει στη χώρα μας, στους οποίους προκαλεί παχιές, λευκές, ασημί ή κόκκινες πλάκες σαν λέπια, ανάλογα με τον τύπο του δέρματος.
Αυτό συμβαίνει επειδή το υπερδραστήριο ανοσοποιητικό σύστημα επιταχύνει την ανάπτυξη των κυττάρων του δέρματος. Ενώ στους υγιείς ανθρώπους αναπτύσσονται και αποβάλλονται (πέφτουν) σε ένα μήνα, τα κύτταρα των ασθενών με ψωρίαση ολοκληρώνουν τον κύκλο σε τρεις ή τέσσερις μόνο ημέρες. Όμως, αντί να αποβάλλονται, συσσωρεύονται στην επιδερμίδα.
Οι πλάκες και τα λέπια μπορεί να εμφανιστούν σε οποιοδήποτε σημείο του σώματος, αν και συνήθως εντοπίζονται στους αγκώνες, τα γόνατα και το τριχωτό της κεφαλής, τη μέση και τη μεσογλουτιαία σχισμή. Δεν εξαιρούνται οι παλάμες και τα πέλματα, ούτε οι αρθρώσεις. Εκτός από τα εμφανή αυτά συμπτώματα, σε μερικούς ανθρώπους η ψωρίαση προκαλεί κνησμό και καύσο. Η πλειονότητα, ωστόσο, εμφανίζει ήπια συμπτώματα, αλλά το ποσοστό των ανθρώπων που καλούνται να ζήσουν με μέτρια ή σοβαρά συμπτώματα αγγίζει το 35%!», μας εξηγεί ο Δερματολόγος – Αφροδισιολόγος δρ Χρήστος Στάμου.
Η νόσος έχει ασαφή αίτια, χαρακτηρίζεται από φλεγμονή που προκαλείται από τη δυσλειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος. Για την εμφάνισή της έχουν ενοχοποιηθεί γενετικοί, αλλά και περιβαλλοντικοί παράγοντες.
Μετά τη διάγνωση, η οποία γίνεται με κλινική εξέταση ή/και βιοψία, διαμορφώνεται ο τρόπος αντιμετώπισης, αφού συνυπολογιστούν ο εντοπισμός και η έκτασή της καθώς και η επιβάρυνση που προκαλεί στον ασθενή η βαρύτητά της. Σε ήπιες περιπτώσεις επιλέγονται αλοιφές που εφαρμόζονται τοπικά, ενώ σε σοβαρά περιστατικά χορηγούνται ή/και θεραπείες από το στόμα.
Ιδιαίτερα αποτελεσματική έχει επιβεβαιωθεί από μελέτες ότι είναι η φωτοθεραπεία αλλά και οι βιολογικοί παράγοντες, κυρίως σε άτομα που προηγούμενες θεραπείες έχουν αποτύχει, ή δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν λόγω αντενδείξεων.
Προς το παρόν δεν υπάρχει τροποποίηση στο είδος του φαρμάκου μεταξύ ανδρών και γυναικών. Ακόμα και η δοσολογία δεν προσαρμόζεται τις περισσότερες φορές στο φύλο, το σωματικό βάρος του ασθενή ή τον δείκτη μάζας σώματός του (ΔΜΣ), γεγονός που είναι πιθανό να επηρεάζει το αποτέλεσμα.
Τις περισσότερες φορές οι γιατροί συστήνουν θεραπείες που έχουν τις λιγότερες παρενέργειες κυρίως στο «ευαίσθητο» φύλο (συγκεκριμένα θεραπεία με UVB φωτοθεραπεία), γεγονός που υποδηλώνει μια άνιση μεταχείριση μεταξύ ανδρών και γυναικών. Μόνη εξαίρεση αποτελούν οι έγκυες, οι οποίες είναι μια ειδική κατηγορία ασθενών που για την προστασία τους υπάρχουν εξειδικευμένα πρωτόκολλα θεραπείας.
Βέβαια, έχει βρεθεί από μια μελέτη ότι η ύπαρξη ψωρίασης επηρεάζει περισσότερο τις γυναίκες ψυχολογικά αλλά και κοινωνικά. Γι’ αυτό και αναζητούν θεραπεία πιο εντατικά και αναμένουν καλύτερα αποτελέσματα από αυτήν.
Στην παγκόσμια βιβλιογραφία δεν υπάρχουν πολλά δεδομένα σχετικά με το κατά πόσο ανταποκρίνονται διαφορετικά στη θεραπεία τα δύο φύλα. Αυτή ήταν και η αφορμή για τη διεξαγωγή μιας μελέτης από επιστήμονες από πανεπιστημιακά νοσοκομεία της Γερμανίας, Ελβετίας και ΗΠΑ, τα αποτελέσματα της οποίας δημοσιεύθηκαν στο επιστημονικό περιοδικό The British Journal of Dermatology.
Για την εκπόνησή της οι ερευνητές εξέτασαν περισσότερους από 5.300 ασθενείς, εκ των οποίων το 59,6% ήταν άνδρες και το 40,4% γυναίκες. Η μέση ηλικία των συμμετεχόντων ήταν τα 47,1 έτη, το μέσο βάρος τους 85,5 kg (μέσος ΔΜΣ 28,4), ο μέσος όρος PASI,(ο οποίος δείχνει τη σοβαρότητα της πάθησης) ήταν 14,2 και η μέση προσβεβλημένη επιφάνεια σώματος ήταν 22,7%. Κατά μέσο όρο έπασχαν από ψωρίαση για 17,4 χρόνια. Κληρονομικούς λόγους για την εμφάνιση της ψωρίασης φάνηκε να έχει το 38% των ασθενών. Σχεδόν ένα στους δύο είχε παρουσιάσει ψωρίαση των νυχιών και σχεδόν ένας στους πέντε υπέφερε από ψωρισιακή αρθρίτιδα, μια μορφή της νόσου που προσβάλει τις αρθρώσεις και προκαλεί φλεγμονή και πόνο μέσα ή γύρω από αυτές.
Οι επιστήμονες εξέτασαν κατά πόσο ανταποκρίθηκαν οι ασθενείς στη θεραπεία που τους δόθηκε τον 3ο, 6ο και 12ο μήνα της συνεχιζόμενης θεραπείας. Διαπίστωσαν ότι οι γυναίκες είχαν καλύτερη πορεία. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι δεν υπήρχε ανισότητα στο είδος των χορηγούμενων φαρμάκων μεταξύ των δύο φύλων. Για παράδειγμα, βιολογική θεραπεία έλαβε το 30,2% των γυναικών και το 32,7% των ανδρών.
Όπως σημειώνει ο δρ. Χρήστος Στάμου, απαιτούνται περαιτέρω έρευνες, οι οποίες θα μας επιτρέψουν να καταλάβουμε ποιους παράγοντες θα πρέπει να συνυπολογίζουμε ώστε να χορηγούμε τα κατάλληλα φάρμακα στις κατάλληλες δοσολογίες, με απώτερο στόχο την ανακούφιση των ασθενών.