Ισχυρή φαίνεται να είναι η σχέση μεταξύ διατροφής και ψωρίασης. Ερευνητές διαπίστωσαν ότι η δυτικού τύπου διατροφή, εκείνη που περιλαμβάνει δηλαδή πολλά λιπαρά και ζάχαρη, γίνεται αιτία επιδείνωσης κάποιων φλεγμονωδών δερματοπαθειών, συμπεριλαμβανομένης της ψωρίασης, εξαιτίας της διατάραξης του μικροβιώματος του εντέρου. Προτείνουν, λοιπόν, την υιοθέτηση μιας πιο υγιεινής διατροφής, προκειμένου να απολαμβάνουν οι ασθενείς ποιοτικότερη ζωή, με ελεγχόμενα συμπτώματα.
O Δερματολόγος – Αφροδισιολόγος δρ Χρήστος Στάμου μας κατατοπίζει σχετικά: «Η πάθηση που είναι γνωστή ως ψωρίαση διαγιγνώσκεται συνήθως από τις χαρακτηριστικές παχιές κηλίδες σαν λέπια που επιφέρει στο δέρμα. Το χρώμα τους κυμαίνεται από λευκό και ασημί έως κόκκινο. Τέτοιου τύπου βλάβες που προκαλούν κνησμό και σε πολλές περιπτώσεις, λόγω αυτού, δημιουργία πληγής, παρουσιάζονται τις περισσότερες φορές – αλλά όχι αποκλειστικά – στους αγκώνες, τα γόνατα, το τριχωτό της κεφαλής και τη μέση.
Εκτός από τις δερματικές βλάβες, το 33% περίπου των ασθενών βιώνουν ευαισθησία, πόνο και οίδημα στις αρθρώσεις. Η ψωρίαση δημιουργεί προβλήματα και στα νύχια, μεταξύ των οποίων είναι ο διαχωρισμός του νυχιού από την κοίτη, η αποκόλλησή του, η εμφάνιση καφε-κόκκινων κηλίδων ή ο αποχρωματισμός του.
Η πάθηση δεν δείχνει να εκδηλώνεται σε συγκεκριμένες ηλικιακές ομάδες ή φύλα, ωστόσο ελαφρώς μεγαλύτερα είναι τα ποσοστά στα άτομα κάτω των 35 ετών. Έντονες είναι οι επιπτώσεις της και στην ποιότητα ζωής των πασχόντων, σε συνάρτηση πάντα με τη σοβαρότητά της.
«Η εκδήλωση αυτής της επίπονης, χρόνιας δερματοπάθειας συνδέεται με το ανοσοποιητικό σύστημα. Τα ανοσοκύτταρα επιχειρούν εσφαλμένα να καταστρέψουν υγιή δερματοκύτταρα, ο οργανισμός αντιδρά με φλεγμονή και δημιουργεί τις χαρακτηριστικές κηλίδες, καθώς λόγω της επίθεσης επιταχύνεται η παραγωγή δερματικών κυττάρων», μας εξηγεί.
Το σύνολο των τροφών που λαμβάνει ο άνθρωπος καθημερινά αποτελεί καθοριστικό παράγοντα ρύθμισης του μικροβιώματος του εντέρου. Το μικροβίωμα του εντέρου οικοσύστημα αποτελείται από εκατοντάδες τρισεκατομμύρια μικροοργανισμούς μας και έχει καθοριστικό ρόλο τόσο στη διατήρηση της υγείας του ανθρώπου όσο και στην παθογένεση διαφόρων νόσων. Μια διατροφή δυτικού τύπου, ήτοι πλούσια σε λιπαρά και ζάχαρη διαταράσσει την ισορροπία του μικροβιώματος και άρα της υγιούς λειτουργίας του εντέρου, δημιουργώντας φλεγμονή.
Έχοντας αποδείξεις για τη συσχέτιση της διατάραξης του μικροβιώματος και της εμφάνισης φλεγμονής του εντέρου, Αμερικανοί επιστήμονες εκπόνησαν μία μελέτη πάνω στη πιθανή επίδραση της δυσβίωσης, δηλαδή της διαταραχής της ισορροπίας των μικροοργανισμών αυτών, στην εμφάνιση ή χειροτέρευση της φλεγμονής στο δέρμα και στις αρθρώσεις. Στη μελέτη αυτή, που διεξήχθη σε ποντίκια, ερευνήθηκε εάν διαφορετικού τύπου διατροφές επηρεάζουν ή επιδεινώνουν τα συμπτώματα της ψωρίασης, καθώς και της ψωριασικής αρθρίτιδας και με ποιον τρόπο.
Τα αποτελέσματα, που δημοσιεύθηκαν στο Journal of Investigative Dermatology, έδειξαν ότι ακόμα και η περιορισμένη χρονικά επιλογή μιας διατροφής πλούσιας σε λιπαρά και σάκχαρα διαταράσσει το μικροβίωμα, αυξάνει τις πιθανότητες φλεγμονής του δέρματος που προκαλείται από ψωρίαση με τη μεσολάβηση της παραγόμενης από τα ανοσοκύτταρα πρωτεΐνης IL-23, τα οποία ευθύνονται μεταξύ άλλων και για την ψωρίαση.
Για την περαιτέρω μελέτη της επίδρασης της διατροφής στην αποκατάσταση του μικροβιώματος οι ερευνητές δημιούργησαν δύο ομάδες ποντικιών. Στην πρώτη επέλεξαν να συνεχίσουν να τους δίνουν τροφές πλούσιες σε λιπαρά και ζάχαρη, ενώ στη δεύτερη τις αντικατέστησαν με μια ισορροπημένη διατροφή.
Μετά από τη διαφοροποίηση της διατροφής των ομάδων για ίση χρονική περίοδο, η μελέτη κατέδειξε ότι: Στα μέλη της ομάδας που σιτιζόταν με τροφές πλούσιες σε λιπαρά και ζάχαρη καθ’ όλη τη διάρκεια της έρευνας – 10 εβδομάδες – δημιουργήθηκε φλεγμονή στο δέρμα και τις αρθρώσεις. Αντιθέτως, τα ποντίκια που σιτίστηκαν με υγιεινότερες τροφές, εμφάνισαν σημάδια καλυτέρευσης στην απολέπιση του δέρματος αλλά και στη μείωση του πάχους βλαβών, καθιστώντας απολύτως σαφή έτσι τη μη μόνιμη επίδραση της δυτικής διατροφής στην ψωρίαση και τη δυνατότητα επαναφοράς της ισορροπίας του εντέρου, με ευεργετικά για τον πάσχοντα αποτελέσματα.
Στο πλαίσιο του ελέγχου των επιδράσεων της δυτικής διατροφής περιλαμβάνεται και η θεραπευτική λήψη αντιβιοτικών, ωστόσο υπογραμμίζεται στους ασθενείς η αποφασιστική συμβολή της ισορροπημένης διατροφής στη θεραπεία της ψωρίασης και της ψωριασικής αρθρίτιδας.
Όσον αφορά στην αντιμετώπιση της χρόνιας αυτής δερματοπάθειας, ο δρ Στάμου διευκρινίζει: «Η ψωρίαση έχει επτά τύπους, αλλά συνήθως οι ασθενείς παρουσιάζουν μόνο έναν κάθε φορά. Όλοι μπορούν να αντιμετωπιστούν, είτε με τοπικές θεραπείες είτε με φωτοθεραπείες είτε με συστηματικές θεραπείες, όπως και με συνδυασμούς αυτών. Η λήψη της απόφασης για την καταλληλότερη παρέμβαση για την ύφεση των συμπτωμάτων εξαρτάται από τον τύπο της ψωρίασης, τη βαρύτητα των συμπτωμάτων του κάθε ασθενούς και τον εντοπισμό τους. Στις πιο ήπιες μορφές η πρώτη επιλογή είναι η τοπική εφαρμογή κρεμών και αν αυτή δεν κριθεί επαρκής, συστήνεται είτε η λήψη από του στόματος φαρμάκων είτε η φωτοθεραπεία.
Ιδιαίτερη θέση στη διαχείριση των πιο σοβαρών μορφών ψωρίασης κατέχει η φωτοθεραπεία ως εξεχόντως αποτελεσματική. Είναι μια θεραπεία που γίνεται στο ιατρείο, κατά την οποία ο ασθενής εκτίθεται σε υπεριώδη ακτινοβολία ανά τακτά χρονικά διαστήματα πάντα υπό την επίβλεψη γιατρού.
Καθώς πρόκειται για μια πάθηση που δεν θεραπεύεται, το πλάνο αντιμετώπισης των συμπτωμάτων θα πρέπει να είναι δυναμικό και να αξιολογείται διαρκώς.
Για τον αποτελεσματικότερο έλεγχο των συμπτωμάτων συνιστάται, πέραν της ισορροπημένης διατροφής, και η περιποίηση του δέρματος, έτσι ώστε να αναχαιτίζεται ο ανεξέλεγκτος πολλαπλασιασμός των κυττάρων του δέρματος.
«Προτείνονται προϊόντα καθαρισμού που δεν περιέχουν σαπούνι σε καθημερινή βάση, ενώ το νερό θα πρέπει να απομακρύνεται από το δέρμα ταμποναριστά, χωρίς καθόλου τρίψιμο. Η διαδικασία αυτή θα πρέπει να ακολουθείται από ενυδάτωση μέσω κάποιας κρέμας, ενώ συνιστώνται ρούχα από φυσικά υλικά που αναπνέουν.
Είναι σημαντική επίσης η επιμέλεια της ψυχικής ισορροπίας – θα πρέπει να αποφεύγεται όσο γίνεται το άγχος, καθώς επίσης και συνήθειες όπως το κάπνισμα, το αλκοόλ που επιδεινώνουν τα συμπτώματα της ψωρίασης. Άλλοι παράγοντες που επηρεάζουν και καλό θα ήταν να αποφεύγονται επίσης είναι οι λοιμώξεις, το κρύο και ξηρό περιβάλλον και οι τραυματισμοί», καταλήγει ο δρ Χρήστος Στάμου.