Dermadvance

Τριχόπτωση: Εποχική ή μήπως όχι;

Εκρηκτικός μπορεί να είναι ο συνδυασμός της εποχικής τριχόπτωσης και του στρες που βιώνουμε λόγω των ανασφαλειών που προκαλεί η νόσος COVID-19. Η φυσιολογική απώλεια μεγάλου αριθμού τριχών την άνοιξη αυτή μπορεί να ενταθεί εξαιτίας της ψυχολογικής πίεσης και να έχει καταστρεπτικά αποτελέσματα. Όμως, η σοβαρή τριχόπτωση θα πρέπει πάντοτε να διερευνάται, αφού η αιτία της μπορεί να είναι διαφορετική και λανθασμένα να αποδίδεται στους δύο αυτούς παράγοντες.

Όπως μας εξηγεί ο Δερματολόγος – Αφροδισιολόγος δρ Χρήστος Στάμου, η τριχόπτωση είναι πράγματι ένα φαινόμενο που παρατηρείται κυρίως δύο φορές το χρόνο: το φθινόπωρο (πιο έντονα) και την άνοιξη. Όταν δε  ο οργανισμός στρεσάρεται απελευθερώνει περισσότερη κορτιζόλη και άλλες ορμόνες για να αμυνθεί, πολλές φορές συνεχώς και σε ποσότητες. Αυτό έχει αρνητικές επιπτώσεις στη λειτουργία και την ρύθμιση της λειτουργίας του τριχοθυλακίου. Συγκεκριμένα, επιταχύνει σημαντικά την αποδόμηση σημαντικών στοιχείων του δέρματος που ωφελούν την τρίχα, με αποτέλεσμα την επιτάχυνση της πτώσης της», συμπληρώνει.

Κατά τη γέννηση οι άνθρωποι έχουν συγκεκριμένο αριθμό τριχών, ο οποίος δεν αυξάνεται στην πορεία. Η ζωή τους περνά 3 φάσεις εξέλιξης: την αναγενή, την καταγενή και την τελογενή. Στην πρώτη βρίσκεται το 90-95% όλων των τριχών. Διαρκεί από 1 έως 6 χρόνια και σε αυτό το διάστημα η τρίχα αναπτύσσεται. Στη δεύτερη βρίσκεται το 3% των τριχών, διαρκεί δύο έως τρεις εβδομάδες και κατά τη διάρκειά της η τρίχα ετοιμάζεται για την πτώση της. Στην τελευταία, την τελογενή, που διαρκεί περίπου 5 μήνες, η τρίχα πέφτει. Στο τριχοθυλάκιο, όμως, αναπτύσσεται η νέα τρίχα. Σε αυτό το στάδιο βρίσκεται έως το 8% όλων των τριχών, το οποίο διαρκεί περίπου 100 ημέρες για τις τρίχες που βρίσκονται στο κεφάλι. Ο αριθμός των τριχών που χάνονται καθημερινά δεν ξεπερνούν φυσιολογικά τις 100.  

«Το έντονο στρες υποχρεώνει την τρίχα να μπει σε τελογενή φάση νωρίτερα από το φυσιολογικό. Όταν συμβαίνει αυτό, η διάρκεια της τριχόπτωσης δεν είναι γνωστή εξ αρχής, άλλοτε διαρκεί λίγο και είναι έντονη, οπότε ονομάζεται οξεία τριχόρροια, και άλλοτε χρόνια. Ο ασθενής που βρίσκεται σε αυτή την κατάσταση παρατηρεί τριχόπτωση όχι σε ένα συγκεκριμένο σημείο του κεφαλιού αλλά στο σύνολό του. Ωστόσο, είναι πιθανό να είναι πιο έντονη σε ορισμένα σημεία. Εκτός από το στρες, υπάρχουν και άλλοι λόγοι που προκαλούν τελογενή τριχόρροια, όπως ο υψηλός πυρετός, η κακή διατροφή με περιορισμό των πρωτεϊνών και η ανθυγιεινή δίαιτα, ο τοκετός λόγω των έντονων ορμονικών διακυμάνσεων. Μια έντονη τριχόρροια δικαιολογείται και μετά από σοβαρές λοιμώξεις, κάποιες χειρουργικές επεμβάσεις, ορισμένες παθήσεις όπως ο δυσλειτουργικός θυρεοειδής και μια σειρά φαρμάκων. Φυσικά, ο κακός τρόπος χειρισμού των μαλλιών (π.χ. σφιχτό δέσιμο, ή συχνό τράβηγμα με βούρτσα και πιστολάκι) επίσης μπορεί να οδηγήσει σε τριχόπτωση.

Δεδομένης της ποικιλίας των λόγων στους οποίους μπορεί να αποδοθεί μια τριχόπτωση, η διάγνωση θα πρέπει να γίνεται πάντοτε από κάποιον ειδικό. Με αυτόν τον τρόπο εξάλλου θα μπορέσει να αντιμετωπιστεί προτού χαθεί μεγάλος αριθμός τριχών. Η διάγνωση έγκειται στη λήψη του ιστορικού, στην αναζήτηση στρεσογόνων καταστάσεων που θα μπορούσαν να προκαλέσουν τριχόπτωση, στην κλινική εξέταση και στη διενέργεια εξειδικευμένων εξετάσεων.  

«Τα τελευταία χρόνια διαθέτουμε τα εργαλεία για να υπολογίσουμε αντικειμενικά κάποιες παραμέτρους, ώστε να προσδιοριστεί η σοβαρότητα της κατάστασης και να σχεδιαστεί η κατάλληλη θεραπεία. Με το υψηλής ανάλυσης ψηφιακό τριχοριζόγραμμα υπολογίζεται ο αριθμός των τριχών, πόσες από αυτές βρίσκονται σε αναγενή και πόσες σε καταγενή φάση, η πυκνότητά τους, ο αριθμός και η πυκνότητα των χνοώδων τριχών καθώς και οι τελικές τρίχες και το πάχος των τριχών. Για όσους ανθρώπους το πρόβλημα της αραίωσης του τριχωτού της κεφαλής είναι σοβαρό, με την εξέταση αυτή βρίσκουμε τον αριθμό των τριχοθυλακίων που υπάρχουν για να κριθεί εάν θα είχε επιτυχία μια μεταμόσχευση», μας εξηγεί ο δρ Στάμου.

Προκειμένου να βρεθεί η αιτία της πτώσης των μαλλιών είναι πιθανό να απαιτηθεί η διενέργεια αιματολογικών εξετάσεων. Μέσω αυτών αναζητούνται διατροφικές ελλείψεις, οι οποίες συχνά ευθύνονται για την τριχόπτωση. Ο δερματολόγος είναι απαραίτητο να συζητήσει με τον ασθενή για τα φάρμακα που παίρνει για να ελέγξει εάν μπορεί να είναι η αιτία της πτώσης των μαλλιών. Από το ιατρικό ιστορικό μπορεί να απαιτηθεί η συνδρομή γιατρών άλλων ειδικοτήτων, γιατί είναι πιθανό η τριχόπτωση να οφείλεται σε κάποια πάθηση, όπως για παράδειγμα του θυρεοειδή. 

«Όταν διαπιστωθεί ότι δεν υπάρχει υποκείμενη παθολογία και η τριχόπτωση αποδίδεται στη φυσιολογική περιοδικότητά της, ο ασθενής δεν χρειάζεται να λάβει καμία αγωγή, αν και αυτή θα βοηθούσε στον περιορισμό της απώλειας. Όταν οφείλεται σε άλλον λόγο, η θεραπεία θα πρέπει αρχικά να στοχεύσει στην επίλυσή του. Στις περιπτώσεις που αιτία είναι διαταραχές του τριχωτού συστήνεται η λήψη φαρμακευτικής αγωγής σε συνδυασμό με τοπικές θεραπείες. Συμπερασματικά θα λέγαμε ότι οι πάσχοντες θα πρέπει να αναζητούν ιατρική συμβουλή ώστε να βεβαιωθούν εάν η τριχόπτωση που βιώνουν είναι αποτέλεσμα κάποιας πάθησης ή πράγματι είναι εποχική, προκειμένου να ξεκινήσουν εγκαίρως θεραπεία και να έχουν τις λιγότερες δυνατόν απώλειες», καταλήγει ο δρ Στάμου.

 

Exit mobile version